επιχρυσωτής

επιχρυσωτής
ο
τεχνίτης ειδικός στο να κάνει επιχρυσώσεις.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • επιχρυσωτής — ο τεχνίτης που κάνει επιχρυσώσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στον θ. Χ. Φλωρά] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”